από την Μαρία Κνέμπελ
Ο εσωτερικός μονόλογος είναι ένας από τους κύριους τρόπους για να επιτευχθεί η φυσικότητα του σκηνικού λόγου. Στη ζωή οι άνθρωποι δεν σταματούν ποτέ να σκέφτονται. Σκέφτονται καθώς κοιτάζουν γύρω τους και προσλαμβάνουν το περιβάλλον τους, σκέφτονται καθώς συλλαμβάνουν μια ιδέα που τους έχει θέσει κάποιος. Διαφωνούν, αντικρούουν ή συμφωνούν με τους άλλους αλλά και με τον εαυτό τους. Οι σκέψεις τους είναι πάντα ενεργές και συγκεκριμένες.
Στη σκηνή οι ηθοποιοί μπορούν, σε ένα βαθμό, να κυριαρχήσουν στις σκέψεις που περιέχονται στις δικές τους ατάκες, αλλά δεν είναι πάντα ικανοί να συνεχίσουν να σκέφτονται ενώ ο παρτενέρ τους μιλάει. Κι όμως αυτή η πτυχή της ψυχοτεχνικής του ηθοποιού είναι καθοριστική για τη διατήρηση της αδιάκοπης οργανικής διαδικασίας που θα αποκαλύψει την "εσωτερική ζωή" του ρόλου.
Όταν στρεφόμαστε σε λογοτεχνικά παραδείγματα, βλέπουμε ότι οι συγγραφείς, προκειμένου να αποκαλύψουν τον εσωτερικό κόσμο ενός ατόμου, περιγράφουν τον ειρμό των σκέψεών του όσο πιο λεπτομερώς γίνετε. Βλέπουμε ότι οι σκέψεις που λέγονται φωναχτά είναι μόνο ένα κλάσμα της ροής των σκέψεων που αναβλύζουν στο μυαλό κάποιου. Μερικές φορές αυτές οι σκέψεις παραμένουν ως ένας ανείπωτος μονόλογος- μερικές φορές μπορεί να εκτονωθούν σε μια σύντομη συγκρατημένη φράση ή - ανάλογα με τις προτεινόμενες συνθήκες του έργου - να ξεχυθούν σε έναν παθιασμένο λόγο.
Θα ήθελα να εξετάσω μερικά λογοτεχνικά παραδείγματα "εσωτερικού μονολόγου". Ο Λέων Τολστόι, ο οποίος ήξερε καλά πώς να αποκαλύπτει τις ενδόμυχες σκέψεις των ανθρώπων, παρέχει έναν τεράστιο αριθμό ψυχολογικών παραδειγμάτων αυτού του είδους. Ας πάρουμε ένα κεφάλαιο από το μυθιστόρημα του Τολστόι Πόλεμος και Ειρήνη.
Η Σόνια έχει απορρίψει την πρόταση γάμου του Ντολόχοφ. Εκείνος γνωρίζει ότι είναι ερωτευμένη με τον Νικολάι Ροστόφ. Την τρίτη ημέρα μετά το παραπάνω γεγονός, ο Ροστόφ λαμβάνει ένα σημείωμα από τον Ντολόχοφ: "Καθώς δεν σκοπεύω να επισκεφθώ ξανά το σπίτι σας για λόγους που σας είναι γνωστοί, και επιστρέφω στο σύνταγμά μου, δίνω απόψε ένα αποχαιρετιστήριο πάρτι, φίλοι μου - ελάτε λοιπόν στο Hotel d'Angleterre". Όταν φτάνει ο Ροστόφ, βρίσκει το χαρτοπαίγνιο σε πλήρη εξέλιξη. Ο Ντολόχοφ κάνει μάνα. Το παιχνίδι επικεντρώνεται αποκλειστικά στον Ροστόφ. Για αρκετή ώρα χάνει με το χρέος του να ξεπερνά τις είκοσι χιλιάδες ρούβλια.
Ο Ντολόχοφ δεν άκουγε πια ούτε έλεγε ιστορίες- παρακολουθούσε κάθε κίνηση των χεριών του Ροστόφ, ρίχνοντας κατά διαστήματα μια σύντομη ματιά στο σημειωμένο αρνητικό του σκορ ... Ο Ροστόφ ακουμπώντας το κεφάλι του και στα δύο του χέρια, καθόταν στο τραπέζι που ήταν γεμάτο γράμματα, βρεγμένο από χυμένο κρασί και γεμάτο χαρτιά. Μια βασανιστική εντύπωση τον ταλαιπωρούσε: ότι αυτά τα μεγαλόσωμα κοκκινωπά χέρια, με τους τριχωτούς καρπούς που φαίνονταν κάτω από τις μανσέτες του πουκαμίσου, αυτά τα χέρια που αγαπούσε και μισούσε, τον κρατούσαν δέσμιο. 'Εξακόσια ρούβλια, άσος, γωνία, εννιάρι ... αδύνατο να τα ξανακερδίσω ... Θα είχε τόση πλάκα αν ήμουν τώρα στο σπίτι. Βαλές, τα διπλά ή εγκαταλείπω ... δεν γίνεται! ... Γιατί μου το κάνει αυτό;’ ... - Ο Ροστόφ αναλογίστηκε και θυμήθηκε ... ‘Ξέρει πολύ καλά τι σημαίνει αυτή η απώλεια για μένα. Σίγουρα δεν θέλει την καταστροφή μου. Ήταν φίλος μου. Τον αγαπούσα. Αλλά δεν φταίει αυτός - τι να κάνει όταν έχει ρέντα; Ούτε εγώ φταίω’, είπε στον εαυτό του. ‘Δεν έκανα τίποτα κακό. Σκότωσα κανέναν, πρόσβαλα ή ευχήθηκα σε κανέναν να πάθει κακό; Γιατί τέτοια τρομερή ατυχία; Πότε άρχισαν όλα αυτά; Πριν από λίγο ήρθα σε αυτό το τραπέζι με τη σκέψη να κερδίσω εκατό ρούβλια για να αγοράσω εκείνο το κουτί για την ονομαστική εορτή της μαμάς και μετά να πάω σπίτι μου. Ήμουν τόσο ευτυχισμένος, τόσο ελεύθερος, τόσο γεμάτος χαρά! Δεν είχα συνειδητοποιήσει πόσο ευτυχισμένος ήμουν τότε! Πότε τελείωσε αυτό και πότε άρχισε αυτή η νέα, τρομερή πραγματικότητα; Τι σηματοδότησε την αλλαγή; Καθόμουν όλη την ώρα στην ίδια θέση σε αυτό το τραπέζι, επιλέγοντας και τοποθετώντας τα χαρτιά μου με τον ίδιο τρόπο, και παρακολουθούσα αυτά τα μεγαλόσωμα ευκίνητα χέρια. Πότε συνέβη και τι συνέβη; Είμαι καλά και δυνατός και εξακολουθώ να είμαι ο ίδιος και στο ίδιο μέρος. Όχι, δεν είναι δυνατόν! Σίγουρα δεν θα καταλήξει σε τίποτα;’ Ήταν αναψοκοκκινισμένος και λουσμένος στον ιδρώτα, αν και το δωμάτιο δεν ήταν ζεστό. Το πρόσωπό του ήταν τρομακτικό και θλιβερό, ειδικά από τις ανήμπορες προσπάθειές του να φανεί ήρεμος ...
Αυτός ο ψυχικός ανεμοστρόβιλος μαίνεται στο μυαλό του Νικολάι καθώς παίζει χαρτιά. Ο ανεμοστρόβιλος των σκέψεών του εκφράζεται με λεκτική μορφή, αλλά ποτέ δεν λέγεται δυνατά από τη στιγμή που ο Ροστόφ μαζεύει τα χαρτιά του μέχρι το σημείο που ο Ντολόχοφ λέει: "Χρωστάτε σαράντα τρεις χιλιάδες, κόμη". Ο Νικολάι Ροστόφ δεν βγάζει λέξη. Οι σκέψεις συνωστίζονται στο κεφάλι του, σχηματίζουν λέξεις και φράσεις αλλά δεν βγαίνουν ποτέ από τα χείλη του.
Δυστυχώς, η κατανόηση των νοητών εικόνων είναι άσχημα ανεπτυγμένη στο επάγγελμά μας. Συχνά συναντάμε ηθοποιούς που, καθώς προσπαθούν να οραματιστούν κάτι, αποκόπτονται από τους συναδέλφους τους και χάνουν κάθε ζωντανή επαφή με αυτούς.
Αυτό συμβαίνει όταν οι ηθοποιοί, κατά τη διάρκεια της προπαρασκευαστικής τους εργασίας, δεν έχουν ζωγραφίσει με το μάτι του μυαλού τους μια αρκετά ζωντανή και ακριβή εικόνα αυτού που έχουν να παίξουν. Έτσι, στη συνέχεια, στην πρόβα, αντί να χρησιμοποιούν τις νοητές τους εικόνες για να επηρεάσουν τον παρτενέρ τους, ασχολούνται μόνο με το πότε μιλάνε αυτοί.
Ας επιστρέψουμε στον μονόλογο του Τσάτσκι στο Συμφορά Από το Πολύ Μυαλό και ας φανταστούμε έναν ηθοποιό που έχει ασαφή εικόνα για το ρόλο του, όταν θέλει να κουβεντιάσει με τη Σοφία. Στις πρόβες, αυτού του είδους ο ηθοποιός, όπως είπαμε παραπάνω, έχοντας θέσει στον εαυτό του το καθήκον να οραματιστεί όλα όσα πρόκειται να συζητήσει, θα καταβάλει όλη του την προσπάθεια για να το πετύχει αυτό και θα αποκοπεί από τον εαυτό του. Θα είναι δέσμιος των προσωπικών του τεχνικών σκοπών/καθηκόντων που δεν έχουν καμία σχέση με τους σκοπούς και τις δράσεις του Τσάτσκι. Ο Στανισλάφσκι, σχετικά με το θέμα, μας είπε το εξής:
Λοιπόν, πρέπει να έχετε πραγματοποιήσει ένα μεγάλο βαθμό προεργασίας μόνοι σας, για να έχετε αποκτήσει την ικανότητα να ενσταλάξετε τις νοητές σας εικόνες στον παρτενέρ σας, να τον «μολύνετε» με την φαντασίας σας. Πρέπει να συγκεντρώσετε και να βάλετε σε τάξη όλο το υλικό που θα χρησιμοποιήσετε για να επικοινωνήσετε: να συλλάβετε την ουσία αυτού που πρέπει να μεταδώσετε, να γνωρίσετε τα γεγονότα που πρόκειται να συζητήσετε, και τις προτεινόμενες συνθήκες που πρέπει να έχετε υπόψη σας, και να ανακατασκευάσετε τις αντίστοιχες νοητές εικόνες στο ταινιάκι του μυαλού σας.
Όταν η ηθοποιός αρχίζει να εργάζεται με αυτόν τον τρόπο, "χτίζοντας το απόθεμα των νοητών εικόνων" κατά τη διάρκεια της προπαρασκευαστικής της εργασίας, ανακαλύπτει αρχικά ότι οι εικόνες που αναδύονται είναι θολές. Ας πούμε, η ηθοποιός έχει στο μυαλό της την Πουλχερία Αντρέγιεβνα. Αρχικά, δεν θα μπορέσει να μιλήσει γι' αυτήν με συνοχή. Αλλά μόλις θέσει στον εαυτό της μερικές συγκεκριμένες ερωτήσεις: "Πόσο χρονών είναι; Πώς μοιάζει; Τι φοράει;" κ.λπ., αξιοποιώντας όλο το απόθεμα της εμπειρίας της ζωής της, η φαντασία της θα προτείνει έναν κόσμο λεπτομερειών και οι νοητές της εικόνες θα αποκρυσταλλωθούν.
Κάνοντας αυτή τη μάλλον απλή διεργασία, εμπλέκουμε διακριτικά τα συναισθήματά μας στη διαδικασία έτσι ώστε οι καρποί της φαντασίας μας να μας γίνουν αγαπητοί και να μας αρέσει να επιστρέφουμε νοερά σε αυτούς, αναζητώντας νέες, πιο φρέσκες λεπτομέρειες.
Με αυτόν τον τρόπο το αντικείμενο πάνω στο οποίο εργάζεται η φαντασία μας μετατρέπεται σε προσωπική μας μνήμη, με άλλα λόγια, στο πολύτιμο "φορτίο" ή υλικό, χωρίς το οποίο δεν είναι δυνατή καμία δημιουργική εργασία.
Ας θυμηθούμε τους προβληματισμούς του Λέβιν για την ανθυγιεινή, αργόσχολη και ανούσια ζωή που διάγει ο ίδιος και η οικογένειά του, οι οποίοι έρχονται ξανά και ξανά στην επιφάνεια στο μυθιστόρημα Άννα Καρένινα. Ή το εντυπωσιακά δραματικό ταξίδι στην Ομπιραλόβκα, όταν το άγριο εσωτερικό μαρτύριο της Άννας ξεχύνεται ως λεκτικός χείμαρρος που ξεπηδά από το πυρετώδες μυαλό της:
Η αγάπη μου γίνεται όλο πιο θερμή και στέρεη, ενώ η δική του ολοένα και ξεθωριάζει, και ξεθωριάζει, κάνοντάς μας να απομακρυνόμαστε. Ωστόσο, δεν υπάρχει τίποτα που να μπορεί να γίνει. Μακάρι να μπορούσα να είμαι κάτι άλλο και όχι απλώς η ερωμένη του, παθιασμένα ερωτευμένη μαζί του και μόνο - αλλά δεν μπορώ και δεν θέλω να είμαι κάτι άλλο ... Δεν είμαστε όλοι πεταγμένοι στον κόσμο μόνο και μόνο για να μισούμε ο ένας τον άλλον και εξαιτίας αυτού να βασανίζουμε τον εαυτό μας και τους άλλους; ... Δεν μπορώ να σκεφτώ καμία κατάσταση στην οποία η ζωή δεν θα ήταν ένα μαρτύριο ...
Στη λογοτεχνία, ο "εσωτερικός μονόλογος" είναι ένα εγγενώς φυσικό φαινόμενο. Η απαίτηση για "εσωτερικό μονόλογο" στο θέατρο εγείρει την ανάγκη για έναν ιδιαίτερα καλλιεργημένο ηθοποιό. Συχνά στη σκηνή ένας ηθοποιός προσποιείται ότι σκέφτεται. Οι περισσότεροι ηθοποιοί δεν μπαίνουν στον κόπο να επινοήσουν τον "εσωτερικό τους μονόλογο". Δεν έχουν πολλοί ηθοποιοί αρκετή θέληση για να σκεφτούν σιωπηλά αυτές τις ανείπωτες σκέψεις που τους ωθούν στη δράση. Στη σκηνή συχνά προσποιούμαστε ότι σκεφτόμαστε. Συχνά ένας ηθοποιός δεν έχει γνήσιες σκέψεις, σβήνει όσο ο παρτενέρ του λέει κείμενο και ζωντανεύει μόνο όταν είναι η σειρά του, γνωρίζοντας ότι τώρα είναι η ώρα του να μιλήσει.
Ο Στανισλάφσκι πρότεινε να μελετήσουμε σχολαστικά τη διαδικασία του "εσωτερικού μονολόγου" στην πραγματική ζωή.
Όταν ένα άτομο ακούει κάποιον, αναπόφευκτα αναδύεται στο μυαλό του ένας "εσωτερικός μονόλογος" ως απάντηση σε όσα ακούει. Έτσι, στη ζωή διεξάγουμε πάντα έναν εσωτερικό διάλογο με το πρόσωπο που ακούμε. Πρέπει να επισημανθεί ότι ο "εσωτερικός μονόλογος" συνδέεται πλήρως με το εργαλείο της «επικοινωνίας.»
Για να προκύψει ένας αμοιβαίος κύκλος σκέψεων, ο/η ηθοποιός πρέπει να κατανοήσει πραγματικά τι λέει ο/η σύντροφός του, πρέπει να μάθει να είναι ανοιχτός στον αντίκτυπο όσων συμβαίνουν στη σκηνή. Η αντίδραση σε κάθε τι που βλέπει και ακούει δημιουργεί μια συγκεκριμένη διαδρομή σκέψης. Ο "εσωτερικός μονόλογος" συνδέεται οργανικά με τη διαδικασία αξιολόγησης όλων όσων συμβαίνουν, με την επαυξημένη αντίληψη των ανθρώπων γύρω σας, με τη σύγκριση μεταξύ της δικής σας άποψης και των ιδεών που εκφράζουν οι συνάδελφοί σας.
Ο "εσωτερικός μονόλογος" είναι ανύπαρκτος αν δεν είστε πραγματικά συγκεντρωμένοι και παρόντες.
Θα ήθελα να ρίξουμε μια ματιά σε ένα άλλο λογοτεχνικό παράδειγμα που μας δείχνει μια διαδικασία επικοινωνίας από την οποία πρέπει να μάθουμε στο θέατρο. Αυτό που κάνει αυτό το παράδειγμα ενδιαφέρον είναι ότι εδώ ο Τολστόι δεν χρησιμοποιεί άμεσο λόγο για τον "εσωτερικό μονόλογο", αντίθετα χρησιμοποιεί ένα πιο δραματουργικό μέσο και παρουσιάζει τον "εσωτερικό μονόλογο" μέσω της δράσης.
Σε αυτή τη σκηνή από το μυθιστόρημα Άννα Καρένινα, ο Λέβιν και η Κίτι δηλώνουν την αγάπη τους:
«Ήθελα από καιρό να σε ρωτήσω κάτι...»
«Σε παρακαλώ, κάνε το.»
«Ορίστε», είπε και έγραψε τα εξής αρχικά γράμματα: ο, α, ο, δ, μ, ν, γ, ε, π, ή, κ; Τα γράμματα αυτά σήμαιναν: «όταν απαντήσατε ότι δεν μπορεί να γίνει, εννοούσατε ποτέ ή κάποτε;» Ήταν αρκετά απίθανο εκείνη να μπορέσει να καταλάβει αυτή την περίπλοκη πρόταση- αλλά αυτός την κοίταξε με μια έκφραση σαν να εξαρτιόταν η ζωή του από το αν θα καταλάβαινε τι σήμαιναν αυτά τα γράμματα. Περιστασιακά τον κοίταζε, με το βλέμμα της να τον ρωτάει: Είναι αυτό που νομίζω;
«Το κατάλαβα», είπε κοκκινίζοντας.
«Τι λέξη είναι αυτή;», ρώτησε δείχνοντας το 'π' που σήμαινε ποτέ.
«Αυτή η λέξη είναι ποτέ», είπε εκείνη, «αλλά δεν είναι αλήθεια!»
Εκείνος έσβησε γρήγορα ό,τι είχε γράψει, της έδωσε την κιμωλία και σηκώθηκε. Εκείνη έγραψε: τ, δ, μ, ν, α, δ.
... Ξαφνικά το πρόσωπό του έλαμψε: είχε καταλάβει. Τα γράμματα σήμαιναν: «Τότε δεν μπορούσα να απαντήσω διαφορετικά».
Την κοίταξε ερωτηματικά και δειλά.
«Μόνο τότε;»
«Ναι», απάντησε χαμογελώντας.
«Και δεν... Και τώρα;» ρώτησε.
«Λοιπόν, τότε διάβασε αυτό. Θα σου πω τι επιθυμώ. Αυτό που εύχομαι πάρα πολύ!» Και έγραψε αυτά τα αρχικά γράμματα: ο, θ, μ, ν, σ, κ, ν, ξ, α, π, σ. Αυτό σήμαινε, «ότι θα μπορούσες να συγχωρέσεις και να ξεχάσεις αυτό που συνέβη».
Εκείνος άρπαξε την κιμωλία με σφιγμένα, τρεμάμενα δάχτυλα, την έσπασε και έγραψε τα αρχικά γράμματα των παρακάτω: «Δεν έχω τίποτα να ξεχάσω ή να συγχωρήσω, δεν έπαψα ποτέ να σε αγαπώ!»
Εκείνη τον κοίταξε με ένα χαμόγελο που παρέμεινε σταθερό στα χείλη της.
«Καταλαβαίνω», ψιθύρισε.
Εκείνος κάθισε και έγραψε μια μακρά πρόταση. Εκείνη τα κατάλαβε όλα, και χωρίς να ρωτήσει «είναι σωστό αυτό;», πήρε την κιμωλία και έγραψε αμέσως την απάντηση.
Για πολλή ώρα δεν μπορούσε να καταλάβει τι εννοούσε και συχνά κοίταζε στα μάτια της. Ήταν ζαλισμένος από την ευτυχία. Δεν μπορούσε να βρει τις λέξεις που εννοούσε- αλλά στα υπέροχα μάτια της, που έλαμπαν από χαρά, είδε όλα όσα έπρεπε να ξέρει. Και έγραψε τρία γράμματα. Αλλά πριν τελειώσει το γράψιμο, εκείνη το διάβασε κάτω από το χέρι του, ολοκλήρωσε η ίδια την πρόταση και έγραψε την απάντηση: «Ναι».
Το παράδειγμα αυτό έχει εξαιρετική σημασία για την κατανόηση της ψυχολογικής διαδικασίας της επικοινωνίας.
Το να μαντεύει ο ένας τις σκέψεις του άλλου με τέτοια ακρίβεια είναι δυνατό μόνο σε κατάσταση εξαιρετικά εμπνευσμένης συγκέντρωσης, όπως αυτήν που είχαν η Κίτι και ο Λέβιν εκείνη τη στιγμή. Το παράδειγμα έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, καθώς προέρχεται από την πραγματική ζωή. Ο ίδιος ο Τολστόι δήλωσε την αγάπη του στη Σοφία Αντρέγιεβνα Μπερς, την μέλλουσα σύζυγό του, με αυτόν ακριβώς τον τρόπο.
Είναι απαραίτητο να εισαχθεί η ψυχοτεχνική του "εσωτερικού μονολόγου" στην πρακτική της πρόβας.
Σε ένα από τα μαθήματά του στο Στούντιο, ο Στανισλάφσκι μίλησε σε μια φοιτήτρια που έκανε πρόβα τον ρόλο της Βάρια στον Βυσσινόκηπο.
"Παραπονιόσασταν", είπε ο Κονσταντίν Σεργκέγιεβιτς, ότι δυσκολεύεστε να κάνετε τη σκηνή της Βάρια με τον Λοπάχιν επειδή ο Τσέχωφ δίνει στη Βάρια ατάκες που όχι μόνο δεν εκφράζουν τα αληθινά της συναισθήματα, αλλά είναι ξεκάθαρα αντίθετες με αυτά. Η Βάρια περιμένει, με όλο της το είναι, να της κάνει πρόταση γάμου ο Λοπάχιν εκείνη την στιγμή. Αντ' αυτού όμως εκείνος μιλάει για κάτι ασήμαντο, ψάχνει για κάτι που έχει χάσει, κ.λπ.
Για να εκτιμήσει κανείς το έργο του Τσέχωφ, πρέπει πρώτα απ' όλα να καταλάβει πόσο τεράστιο ρόλο παίζει ο εσωτερικός, ανείπωτος μονόλογος στη ζωή των χαρακτήρων του.
Δεν θα μπορέσετε ποτέ να επιτύχετε την αλήθεια στη σκηνή σας με τον Λοπάχιν, αν δεν ανακαλύψετε μόνοι σας τον πραγματικό τρόπο σκέψης της Βάρια σε κάθε δευτερόλεπτο της ύπαρξής της σε αυτή τη σκηνή.
«Σκέφτομαι, Κονσταντίν Σεργκέγιεβιτς, πραγματικά σκέφτομαι», είπε η φοιτήτρια απελπισμένη. «Αλλά πώς μπορούν οι σκέψεις μου να φτάσουν σε σας, αν δεν έχω λόγια να τις εκφράσω;» «Αυτή είναι η πηγή όλων των αμαρτιών μας», απάντησε ο Στανισλάφσκι.
Οι ηθοποιοί δεν πιστεύουν ότι μπορούν να προσεγγίσουν το κοινό και να το αιχμαλωτίσουν χωρίς να εκφράσουν τις σκέψεις τους φωναχτά. Πιστέψτε με, αν ο ηθοποιός έχει πράγματι αυτές τις σκέψεις, αν πράγματι σκέφτεται, αυτό θα αντικατοπτρίζεται στα μάτια του, οπωσδήποτε. Οι άνθρωποι στο κοινό μπορεί να μην ξέρουν τις λέξεις που λες στον εαυτό σου, αλλά θα νιώσουν την εσωτερική αίσθηση του εαυτού του χαρακτήρα, την ψυχική του κατάσταση και θα γοητευτούν από την οργανική διαδικασία που δημιουργεί μια αδιάκοπη γραμμή κάτω κειμένου. Ας προσπαθήσουμε να κάνουμε μια άσκηση "εσωτερικού μονολόγου". Υπενθυμίστε στον εαυτό σας όλες τις προτεινόμενες συνθήκες που οδηγούν στη σκηνή της Βάρια και του Λοπάχιν. Η Βάρια αγαπάει τον Λοπάχιν. Όλοι στο σπίτι θεωρούν το ζήτημα του γάμου τους τελειωμένη υπόθεση. Αλλά για κάποιο λόγο ο Λοπάχιν το αναβάλλει, περνούν μέρες, μήνες και δεν λέει τίποτα.
Ο βυσσινόκηπος πωλείται. Ο Λοπάχιν τον αγόρασε. Η Ρανέφσκαγια και ο Γκάγιεφ φεύγουν. Τα πάντα μαζεύονται. Λίγα λεπτά έμειναν πριν φύγουν. Η Ρανέφσκαγια, που λυπάται βαθύτατα για τη Βάρια, αποφασίζει να μιλήσει με τον Λοπάχιν. Αποδεικνύεται ότι είναι αρκετά εύκολο να επιλυθεί η κατάσταση. Ο Λοπάχιν είναι ενθουσιασμένος που η Ρανέφσκαγια το ανέφερε η ίδια και θέλει να κάνει αμέσως πρόταση γάμου στη Βάρια.
Ενθουσιασμένη και ευτυχισμένη, η Ρανέφσκαγια πηγαίνει να πάρει τη Βάρια. «Αυτό που περιμένατε τόσο καιρό, πρόκειται να συμβεί», λέει ο Στανισλάφσκι στην ηθοποιό που υποδύεται τη Βάρια.
Αξιολόγησε τα πάντα, ετοιμάσου να ακούσεις την πρότασή του και να την δεχτείς. Θα ήθελα εσύ, Λοπάχιν, να πεις τις ατάκες σου όπως είναι γραμμένες, και εσύ, Βάρια, εκτός από το κείμενο του συγγραφέα, να πεις όλα όσα σκέφτεσαι δυνατά, καθώς ακούς τον παρτενέρ σου. Περιστασιακά, αυτό μπορεί να συμπίπτει με τις ατάκες του Λοπάχιν, αλλά αυτό δεν πρέπει να ενοχλεί κανέναν από τους δύο. Πες τα δικά σου λόγια πιο σιγανά, αλλά έτσι ώστε να μπορώ να τα ακούω, διαφορετικά δεν θα μπορώ να ελέγξω αν η σκέψη σου πηγαίνει προς τη σωστή κατεύθυνση. Μίλησε τις πραγματικές σου ατάκες με την κανονική σου φωνή.
Οι μαθητές ετοίμασαν ό,τι χρειάζονταν και η πρόβα ξεκίνησε.
‘Τώρα, ακριβώς τώρα, πρόκειται να συμβούν, όλα όσα λαχταρούσα', είπε ήσυχα η μαθήτρια καθώς έμπαινε στο δωμάτιο όπου την περίμενε ο Λοπάχιν. Θέλω να τον κοιτάξω... Όχι, δεν μπορώ, φοβάμαι... Παρακολουθούσαμε καθώς εκείνη, αποστρέφοντας τα μάτια της, άρχισε να ψάχνει στις βαλίτσες για κάτι. Προσπαθώντας να κρύψει το αμήχανο χαμόγελό της, είπε τελικά δυνατά: "Παράξενο, δεν μπορώ να το βρω πουθενά...".
'Τι ψάχνεις;' ρώτησε ο Λοπάχιν.
'Γιατί άρχισα να ψάχνω κάτι;' - ακούστηκε ξανά η ήσυχη φωνή της φοιτήτριας. Τα κάνω όλα λάθος, πρέπει να νομίζει ότι αδιαφορώ για ό,τι πρόκειται να συμβεί τώρα, ότι έχω εμμονή με όλα αυτά τα ασήμαντα πράγματα. Θα τον κοιτάξω τώρα, και τότε θα καταλάβει τα πάντα. Όχι, δεν μπορώ’, συνέχισε ήσυχα η φοιτήτρια καθώς έψαχνε μέσα στις βαλίτσες. 'Τα μάζεψα όλα μόνη μου, αλλά δεν μπορώ να θυμηθώ πού είναι', είπε δυνατά.
'Πού θα πάτε τώρα, Βαρβάρα Μιχαήλοβνα;' τη ρώτησε ο Λοπάχιν. 'Εγώ;' είπε δυνατά η φοιτήτρια. Στη συνέχεια επέστρεψε στην ήσυχη φωνή της. 'Γιατί με ρωτάει πού θα πάω; Μπορεί να αμφιβάλλει ότι θα μείνω εδώ μαζί του; Μήπως η Λιούμποφ Αντρέγιεβνα έκανε λάθος και δεν θέλει να με παντρευτεί; Όχι, όχι, δεν είναι δυνατόν. Αυτό που με ρωτάει είναι πού θα πήγαινα αν δεν συνέβαινε το πιο σημαντικό πράγμα στη ζωή μου, αυτό που πρόκειται να συμβεί.
"Στους Ραγκούλιους", απάντησε δυνατά, κοιτάζοντάς τον με τα χαρούμενα λαμπερά μάτια της. "Έχουμε κάνει μια συμφωνία ότι θα προσέχω το σπίτι τους, ως ένα είδος οικονόμου.”
'Είναι στο Γιάσνεβο. Περίπου πενήντα μίλια από εδώ', είπε ο Λοπάχιν και σιώπησε.
'Τώρα, τώρα θα μου πει ότι δεν χρειάζεται να πάω πουθενά, ότι δεν έχει νόημα να δουλεύω σε σπίτι για ξένους, ότι ξέρει ότι τον αγαπώ και θα πει ότι με αγαπάει κι αυτός. Γιατί δεν έχει πει τίποτα τόση ώρα;
'Αυτό ήταν λοιπόν, η ζωή σε αυτό το σπίτι τελείωσε', είπε τελικά ο Λοπάχιν μετά από μια μεγάλη παύση.
"Δεν είπε τίποτα. Θεέ μου, τι είναι αυτό, είναι το τέλος, μπορεί να είναι το τέλος;' ψιθύρισε η φοιτήτρια κάτω από την αναπνοή της και τα μάτια της γέμισαν δάκρυα. 'Δεν πρέπει, δεν πρέπει να κλάψω. Θα δει τα δάκρυά μου', συνέχισε. 'Ω, ναι, έψαχνα κάτι, κάποιο πράγμα, όταν μπήκα στο δωμάτιο, έτσι δεν είναι; Τόσο ανόητη ήμουν! Ήμουν τόσο χαρούμενη, τότε θα πρέπει να το ψάξω ξανά, τότε δεν θα με δει να κλαίω." ... Και με μια προσπάθεια να συγκρατήσει τα δάκρυά της, άρχισε να εξετάζει εξονυχιστικά όλες τις συσκευασμένες βαλίτσες. 'Πού μπορεί να είναι ...' είπε δυνατά. 'Ίσως το έβαλα στο σεντούκι. - 'Όχι, δεν μπορώ να προσποιηθώ, δεν μπορώ', ξαναμίλησε σιγανά, 'ποιος ο λόγος;’
Πώς το είπε; - "Αυτό ήταν λοιπόν, η ζωή σ' αυτό το σπίτι τελείωσε". – ‘Ναι, όλα τελείωσαν'. Και εγκαταλείποντας την αναζήτησή της, είπε πολύ απλά:
'Ναι, η ζωή σε αυτό το σπίτι τελείωσε... Δεν θα υπάρχει πια...’
"Μπράβο της!", μας ψιθύρισε ο Στανισλάφσκι, "αισθάνεστε πώς σ' αυτή την ατάκα ξεχείλισαν όλα όσα είχαν συσσωρευτεί μέσα της στη διάρκεια της σκηνής;".
'Και εγώ πηγαίνω στο Χάρκοβο τώρα ... με το ίδιο τρένο. Τόση πολλή δουλειά. Αφήνοντας τον Γιεπικόντοφ υπεύθυνο εδώ ... Τον προσέλαβα’, είπε ο Λοπάχιν, ενώ η Βάρια επαναλάμβανε κάτω από την ανάσα της: "Η ζωή σ' αυτό το σπίτι τελείωσε. Δεν θα υπάρχει πια"...
‘Πέρυσι χιόνιζε τέτοια εποχή, αν θυμάσαι’, συνέχισε ο Λοπάχιν, ‘και τώρα είναι ήσυχα, ηλιόλουστα. Κάνει κρύο όμως... περίπου τρεις βαθμούς κάτω.’
'Γιατί τα λέει όλα αυτά;', είπε ήσυχα η φοιτήτρια. 'Γιατί δεν φεύγει;'
'Δεν έχω κοιτάξει', απάντησε, και, μετά από μια στιγμή σιωπής, πρόσθεσε: 'Το θερμόμετρό μας είναι έτσι κι αλλιώς χαλασμένο...'
'Γερμολάι Αλεξέγιεβιτς!' Κάποιος φώναξε τον Λοπάχιν από τις κουίντες.
'Ένα λεπτό', απάντησε αμέσως ο Λοπάχιν, και έφυγε γρήγορα.
'Αυτό ήταν το τέλος...' - ψιθύρισε το κορίτσι και ξέσπασε σε κλάματα.
'Μπράβο!' - είπε ο Στανισλάφσκι ευχαριστημένος. Πέτυχες πολλά σήμερα. Έχεις αντιληφθεί από την ίδια σου την εμπειρία την οργανική σύνδεση μεταξύ του εσωτερικού μονολόγου και του κειμένου. Ποτέ μην ξεχνάτε ότι η διακοπή αυτής της σύνδεσης ωθεί αναπόφευκτα τον ηθοποιό είτε να το παρακάνει, είτε να αποδώσει το κείμενο με έναν αποστασιοποιημένο τρόπο.
Θα ζητήσω από το δάσκαλό σας να κάνει αυτήν την άσκηση όχι μόνο με την ηθοποιό που υποδύεται τη Βάρια αλλά και με τον ηθοποιό που υποδύεται τον Λοπάχιν. Μόλις πετύχετε τα απαιτούμενα αποτελέσματα, θα ζητήσω από τους παρτενέρ της σκηνής να μην λένε το δικό τους κείμενο δυνατά, αλλά να το μιλούν από μέσα τους, χωρίς να κινούν καθόλου τα χείλη τους. Αυτό θα κάνει το εσωτερικό σας κείμενο ακόμη πιο πλούσιο. Οι σκέψεις σας, είτε το θέλετε είτε όχι, θα αντανακλώνται στα μάτια σας, θα αναβοσβήνουν στο πρόσωπό σας. Παρατηρήστε αυτή τη διαδικασία στην πραγματική ζωή και θα καταλάβετε ότι στοχεύουμε να μεταφέρουμε στη σφαίρα της τέχνης μια βαθιά οργανική διαδικασία που είναι εγγενής στον ανθρώπινο ψυχισμό.
Οι Στανισλάφσκι και Νεμίροβιτς-Νταντσένκο μιλούσαν συνεχώς για έναν "εσωτερικό μονόλογο" που είναι εξαιρετικά εκφραστικός και μεταδοτικός. Πίστευαν ότι ο "εσωτερικός μονόλογος" προκύπτει ως αποτέλεσμα της επαυξημένης συγκέντρωσης, μιας πραγματικά δημιουργικής αίσθησης του εαυτού και μιας οξείας επίγνωσης του τρόπου με τον οποίο οι εξωτερικές προτεινόμενες συνθήκες αντηχούν στην καρδιά και το μυαλό του ηθοποιού.
Ο "εσωτερικός μονόλογος" είναι πάντα συναισθηματικός.
‘Στο θέατρο, η συνεχής μάχη του ανθρώπου με το "εγώ" του κατέχει εξέχουσα θέση’, έλεγε ο Στανισλάφσκι. Αυτή η μάχη είναι ιδιαίτερα εμφανής στον "εσωτερικό μονόλογο." Κάνει τον ηθοποιό να κουμπώνει τις ενδόμυχες σκέψεις και τα συναισθήματα του χαρακτήρα με τα δικά του λόγια. Είναι αδύνατο να αποδώσει κανείς "εσωτερικό μονόλογο" χωρίς να γνωρίζει τη φύση του προσώπου που υποδύεται, τη στάση του απέναντι στον κόσμο στον οποίο ζει, τη σχέση του με τους άλλους ανθρώπους.
Ο "εσωτερικός μονόλογος" απαιτεί από τον ηθοποιό να εμβαθύνει στον εσωτερικό κόσμο του χαρακτήρα. Ακόμα πιο σημαντικό, από καλλιτεχνική άποψη, το εργαλείο αυτό απαιτεί από την ηθοποιό επί σκηνής να είναι σε θέση να σκέφτεται ακριβώς όπως ο χαρακτήρας που υποδύεται.
Η σύνδεση μεταξύ του "εσωτερικού μονολόγου" και της δραστικής συνοχής του ρόλου είναι προφανής. Ας πάρουμε ως παράδειγμα τον Τσιτσίκοφ από τις Νεκρές Ψυχές του Γκόγκολ.
Αν παρακολουθήσουμε προσεκτικά τον τρόπο με τον οποίο ο Τσιτσίκοφ καταφέρνει να γοητεύσει κάθε έναν από τους ιδιοκτήτες του κτήματος, θα δούμε ότι ο Γκόγκολ του έδωσε μια πρωτοφανή ικανότητα προσαρμογής, μια ικανότητα που επιτρέπει στον Τσιτσίκοφ σε κάθε περίπτωση να βρίσκει εντελώς διαφορετικούς τρόπους για να πετύχει τον στόχο του.
Αποκαλύπτοντας αυτή την ικανότητα της προσωπικότητας του Τσιτσίκοφ, ο ηθοποιός θα προσπαθήσει να βρει στους εσωτερικούς του μονολόγους - τόσο στις πρόβες, όσο και στην παράσταση (ανάλογα και με το τι λαμβάνει από τον συνάδελφό του) - μια όλο και πιο συγκεκριμένη διαδικασία σκέψης που θα τον φέρει πιο κοντά σε αυτό το ιδιοφυές κείμενο.
Ο "εσωτερικός μονόλογος" απαιτεί από τον ηθοποιό να έχει μια γνήσια οργανική αίσθηση ελευθερίας που με τη σειρά της δημιουργεί μια λαμπερή αυτοσχεδιαστική αίσθηση εαυτού, έτσι ώστε σε κάθε παράσταση ο ηθοποιός να έχει τη δύναμη να εμπλουτίσει την δοσμένη λεκτική φόρμα με νέα, φρέσκα χρώματα.
Αυτή η βαθιά και σύνθετη εργασία που προτείνει ο Στανισλάφσκι θα οδηγήσει, όπως ο ίδιος έλεγε, στη δημιουργία "του κάτω κειμένου του ρόλου".
"Τι είναι το κάτω κείμενο; ...". Είναι μια σαφής εσωτερική αίσθηση της ζωής του ανθρώπινου πνεύματος του ρόλου που ρέει συνεχώς κάτω από το προφορικό κείμενο, δικαιολογώντας και εμψυχώνοντάς το διαρκώς. Το κάτω κείμενο περιέχει πολυάριθμες και ποικίλες εσωτερικές γραμμές που διατρέχουν τον ρόλο και το έργο. Το κάτω κείμενο είναι που μας αναγκάζει να μιλήσουμε τα λόγια του χαρακτήρα ...
Όλες αυτές οι γραμμές περιπλέκονται περίτεχνα σαν τα ξεχωριστά νήματα ενός σχοινιού, που εκτείνονται σε όλο το έργο προς την κατεύθυνση του τελικού υπερστόχου.
Μόλις η αίσθηση, σαν υποβρύχιο ρεύμα, αρχίσει να διαπερνά το σύνολο της διαγράμμισης του κάτω κείμενου, παράγει "τη δραστική συνοχή του έργου και του ρόλου". Εκδηλώνεται τόσο στη σωματική κίνηση όσο και στον λόγο: οι δράσεις μπορούν να εκτελεστούν όχι μόνο με το σώμα αλλά και με ήχους, με λέξεις.
Αυτό που ονομάζεται δραστική συνοχή στη σφαίρα της δράσης, ονομάζεται κάτω κείμενο στη σφαίρα του λόγου.
Comments